Η ιλαρά θερίζει ξανά. Δεκάδες θάνατοι παιδιών στην Ευρώπη. Οδηγίες του ΚΕΕΛΠΝΟ
Η απάτη του Wakefield
Το λεγόμενο αντιεμβολιαστικό κίνημα ξεκίνησε τη δεκαετία του 1990, όταν δημοσιεύτηκε μελέτη που συνέδεε το τριπλό εμβόλιο MMR (ιλαράς, παρωτίτιδας, ευλογιάς) με τον αυτισμό. Η έρευνα αποδείχθηκε τελικά απάτη και ο γιατρός που τη συνέταξε (Andrew Wakefield) έχασε την άδειά του στη Βρετανία.Ο Wakefield δημοσίευσε ένα case report 12 παιδιών με ανωμαλίες του γαστρεντερικού συστήματος, 9 από τα οποία υποτίθεται ότι εμφάνισαν “παλίνδρομο αυτισμό” εντός 14 ημερών από τον εμβολιασμό τους με MMR. Ο Wakefield είχε προσληφθεί από έναν δικηγόρο ονόματι Richard Barr δύο χρόνια πριν τη διεξαγωγή της έρευνάς του, λαμβάνοντας ωςα μοιβή ποσό 150 λιρών την ώρα, για να κατασκευάσει μία υπόθεση εναντίον του MMR, ελπίζοντας να θησαυρίσει από τις μαζικές αγωγές γονέων αυτιστικών παιδιών που θα επακολουθούσαν. Από την άλλη, ο Wakefield ήθελε να προωθήσει το δικό του εμβόλιο ιλαράς ως ανταγωνιστή του τριπλού MMR.Ο δημοσιογράφος Brian Deer των Sunday Times αποκάλυψε την όλη απάτη. Όλη η έρευνα τουδημοσιεύεται στην προσωπική ιστοσελίδα του.
Τι γίνεται στην Ελλάδα
Σύμφωνα με τον ΠΟΥ τουλάχιστον 10 εκατομμύρια θάνατοι αποφεύχθηκαν μεταξύ του 2010 και του 2015, χάρη στο παγκόσμιο πρόγραμμα εμβολιασμών. Παρόλα αυτά, ακόμα και σήμερα παγκοσμίως, περίπου 22 εκατομμύρια βρέφη δεν εμβολιάζονται πλήρως με τα προτεινόμενα εμβόλια, ενώ πάνω από 1,5 εκατομμύρια παιδιά κάτω των 5 ετών πεθαίνουν από νοσήματα τα οποία προλαμβάνονται με εμβολιασμό. Το θετικό είναι ότι, παρά τις επιφυλάξεις αρκετών γονέων, η Ελλάδα είναι μία από τις Χώρες με μηδέν περιστατικά και με εμβολιαστική κάλυψη 97% για το 2015 στα παιδιά 13-24 μηνών, με βάση τα στοιχεία του ΠΟΥ.Με το άρθρο 33 του Ν.2676/1999 καθιερώνεται η υποχρεωτική προληπτική ιατρική που περιλαμβάνει και τον εμβολιασμό παιδιών και ενηλίκων, σύμφωνα με το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών στην Ελλάδα. Το ότι ο νόμος δεν προβλέπει ποινή, για τις περιπτώσεις μη εφαρμογής, δεν αναιρεί τη δεσμευτικότητά του.
Οδηγίες του ΚΕΕΛΠΝΟ
Όπως αναφέρει το ΚΕΕΛΠΝΟ, αξίζει να καταγράψουμε πως κατά τα έτη 2004-2014, o αριθμός δηλωμένων κρουσμάτων ιλαράς με γνωστή ηλικία ήταν 771 (92,0%). Το νόσημα παρουσίασε υψηλότερη συχνότητα εμφάνισης στην ηλικιακή ομάδα 0-4 ετών, με μέση ετήσια δηλούμενη επίπτωση 5,43 κρούσματα ανά 100000 πληθυσμού (αριθμός κρουσμάτων: 319, από τα οποία τα 69 ήταν μικρότερα του ενός έτους), ενώ ακολούθησαν οι ηλικιακές ομάδες 5-14 ετών και 15-24 ετών με μέση ετήσια δηλούμενη επίπτωση 1,43 και 0,84 κρούσματα ανά 100000 πληθυσμού αντίστοιχα.Κεντρικό σημείο της στρατηγικής πρόληψης της ιλαράς είναι ο εμβολιασμός, αναφέρει το ΚΕΕΛΠΝΟ. Το εμβόλιο που κυκλοφορεί περιέχει ζώντα εξασθενημένο ιό ιλαράς που έχει καλλιεργηθεί σε κύτταρα εμβρύου όρνιθας. Το εμβόλιο συνιστάται να γίνεται υποδόρια σε δύο δόσεις, σε ηλικία 12-15 μηνών και 4-6 ετών, και σε κάθε περίπτωση είναι καλύτερο να δίνεται με τη μορφή τριδύναμου (ιλαράς-ερυθράς-παρωτίτιδας) ή τετραδύναμου εμβολίου (ιλαράς-ερυθράς-παρωτίτιδας-ανεμευλογιάς). Στη χώρα μας κυκλοφορούν εμβόλια που περιέχουν τα στελέχη Edmonston (M-M-R VAX PRO) και Schwartz (PRIORIX και PRIORIX-TETRA).Σε περιοχές όπου υπάρχουν κρούσματα, ο εμβολιασμός του παιδικού πληθυσμού πρέπει να γίνεται σε ηλικία 12 μηνών.Επίσης, σε περίπτωση επιδημικής έξαρσης της ιλαράς, ο εμβολιασμός μπορεί να γίνεται και σε μικρότερη ηλικία, αλλά τότε χρειάζεται επανεμβολιασμός με το MMR στην ηλικία των 15 μηνών.Η χορήγηση του εμβολίου με ζώντες εξασθενημένους ιούς αντενδείκνυται στις παρακάτω περιπτώσεις:-Σε ασθενείς με ανοσοκαταστολή. Η HIV λοίμωξη δεν αποτελεί απόλυτη αντένδειξη.-Σε επίνοσες γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας θα πρέπει να δίνονται σαφείς οδηγίες να αποφύγουν την εγκυμοσύνη για τουλάχιστον ένα μήνα μετά τον εμβολιασμό τους με εμβόλιο MMR για τον θεωρητικό κίνδυνο πρόκλησης βλάβης στο έμβρυο.-Σε άτομα που παρουσίασαν αντίδραση υπερευαισθησίας σε προηγούμενη δόση του εμβολίου στη ζελατίνη ή στη νεομυκίνη. Η αλλεργία στο αυγό δεν αποτελεί αντένδειξη.-Το εμβόλιο θα πρέπει να χορηγείται τουλάχιστον 14 ημέρες πριν τη χορήγηση γ-σφαιρίνης ή μετάγγισης αίματος, ή τρεις μήνες μετά.