Λοιπόν, κλείσε για λίγο τα μάτια και φαντάσου…!
Λοιπόν κλείσε λίγο τα μάτια σου (να σε δω τώρα πως θα διαβάσεις τα υπόλοιπα) και φαντάσου Φαντάσου λοιπόν πως βρίσκεσαι σε ένα ξένο μέρος στο οποίο δεν μιλάς την γλώσσα. Βασικά στους άλλους αυτά που λες ακούγονται σαν κραυγές… σαν κλάμα! Και εκεί, έχεις έναν άνθρωπο τον οποίο τον γνωρίζεις καλά και σαν να κάπως σε καταλαβαίνει τις περισσότερες φορές. Σου δίνει σημασία όταν «μιλάς», σε παίρνει αγκαλιά, σε χαϊδεύει, σε φιλά, σε αγαπά και τον αγαπάς! Είναι όλη σου η ζωή!!!
[babyPostAd]Και αφού περάσει λίγος καιρός (αυτός ο καιρός εξαρτάται από τον κάθε αυτόν άνθρωπο), αρχίζεις και καταλαβαίνεις πως αν τον χάσεις, την έχεις βάψει για τα καλά σ’αυτό το μέρος το δυσνόητο, το παράξενο και το καινούργιο. Σ’αυτό το μέρος που κανείς μα κανείς δεν σε καταλαβαίνει! Και ένα βράδυ, ένα βράδυ σαν όλα τα άλλα, αφού κάνετε τις αγκαλιές σας και τα χάδια σας, σε βάζει σε ένα μέρος όπου δεν μπορείς να βγεις σου αφήνει ένα μικρό φωτάκι, και σε αφήνει μόνη/ο! Είναι η ώρα του ύπνου, και μέχρι στιγμής κάτι τέτοιο δεν έχει ξανασυμβεί. Στην αρχή, κάνεις λίγο υπομονή. «Που θα πάει? Θα έρθει!», σκέφτεσαι, αλλά τίποτα! Φωνάζεις λίγο, αλλά και πάλι τίποτα. Φωνάζεις ακόμη πιο δυνατά και βάζεις τα κλάματα! Πάλι κανείς!
Οι παλμοί σου αρχίζουν και ανεβαίνουν, νιώθεις φόβο, τρόμο και αρχίζεις να σκέφτεσαι ότι ο μεγάλος σου φόβος γίνεται πραγματικότητα! «Πάει, χάθηκα! Τι θα απογίνω???» Η καρδιά σου πάει να σπάσει! Η πίεση ανεβαίνει στα ύψη και η φωνή σου -είσαι πια σίγουρη ότι- ακούγεται σε όλη την γη! Οι ορμόνες στο σώμα σου κάνουν πάρτι, είσαι σίγουρη πως χάνεσαι. Απόγνωση!
Εξαρτάται λοιπόν από το τι έχει στο μυαλό του αυτός ο άνθρωπος της εμπιστοσύνης σας, μπορεί να έρθει μέσα στο δωμάτιο μετά από «αιώνες», όπως σου φάνηκαν. Μπορεί να σε πιάσει αγκαλιά, να σου μιλήσει ήρεμα, μπορεί απλά να σου μιλήσει ήρεμα προσπαθώντας να χώσει κάτι μέσα στα χέρια σου για παρηγοριά, ενώ εσύ προσπαθείς να γραπώσεις το δάχτυλό του, ή να σου βάλει κάτι πλαστικό στο στόμα για να πιπιλίσεις Μπορεί και να μην έρθει καθόλου! Μετά, ξαναφεύγει! Σε πιάνει τρέλα! «Μα αφού κατάλαβε πως είμαι χάλια, πως τον έχω ανάγκη, γιατί φεύγει πάλι/ γιατί δεν έρχεται???»
Σου έρχεται εμετός από το κλάμα, μπορεί και να κάνεις. Συνεχίζεις το κλάμα και αρχίζεις να κουράζεσαι, ώσπου ώρα μετά, με λυγμούς εσωτερικούς, σε παίρνει ο ύπνος και βλέπεις εφιάλτες!
Την άλλη μέρα, όλα σαν να μην έγινε τίποτα! Μπερδεύεσαι στην αρχή, αλλά λες, ΟΚ, πάει, πέρασε! Και τότε, έρχεται το βράδυ! Και οι αγκαλιές και τα φιλιά και μετά… ξανά το ίδιο! Δεν καταλαβαίνεις τι συμβαίνει, κλαις ουρλιάζεις από θυμό και απόγνωση, μόνο που το ξέρεις, τελικά δεν θα έρθει. Σου παίρνει λιγότερη ώρα αυτό το βράδυ και τελικά πάλι με κλάματα κοιμάσαι. Και το άλλο βράδυ λιγότερη ώρα, και το παράλλο ακόμη λιγότερο, μέχρι που τελικά το έχεις μάθει το κόλπο. Όσο και να θες να κλάψεις, δεν υπάρχει λόγος. Κανείς δεν ενδιαφέρεται, καμιά διαφορά δεν έχει… Όχι δεν ανεξαρτητοποιήθηκες! Η ανάγκη παραμένει… Γραπώνεις με όλη σου την δύναμη αυτή την κουβερτούλα που σου έδωσαν και δεν την αφήνεις! Είναι το μόνο πράγμα που έχεις συντροφιά. Την ανάγκη που είχες από τον άνθρωπό σου, αναγκαστικά θα την βρεις από αυτό το ύφασμα. Θα περάσουν χρόνια μέχρι να την αφήσεις! Ίσως να την κουβαλάς μαζί σου παντού ή τελικά μπορεί να βρεις άλλο τρόπο να ηρεμείς. Να τρίβεις τα πόδια σου κάτω από το πάπλωμα, το ένα με το άλλο, να χαϊδεύεις μόνη σου τα μαλλιά σου ή το αφτί σου. Βρίσκει ο άνθρωπος τρόπους…
Περνάνε τα χρόνια και κάποιοι λένε ότι δεν σου έμεινε κάτι από αυτό! Πάει, το ξέχασες. Δεν θες καν να κοιμάσαι παρέα τους, ακόμη κι ας το ζητήσουν! Είσαι ανεξάρτητη! Δεν θυμάσαι τίποτα πολύ πιθανόν από εκείνα τα βράδια, όμως συνέβησαν! Αν έμεινε κάτι από τότε, κανείς δεν το γνωρίζει, ούτε καν εσύ. Ακόμα και σήμερα που τρίβεις τα πόδια σου, το ένα με το άλλο, για να κοιμηθείς το βράδυ, το θεωρείς… τίποτα! Κι όμως, το πέρασες. Ναι, επιβίωσες. Δεν χάθηκες, δεν πέθανες! Ένιωσες όμως την απόγνωση, την εγκατάλειψη, τον φόβο! Δεν καταλάβαινες τον λόγο. Κατάλαβες πως το κλάμα, δεν προκαλεί το ενδιαφέρον των άλλων. Γιατί? Γιατί ήσουν απλά ένα μωρό και οι γονείς σου αποφάσισαν να σε μάθουν να κοιμάσαι μόνο σου. Το διάβασαν σε κάποιο βιβλίο, σε κάποιο φόρουμ, τους το είπε κάποιος δικός τους. Πείστηκαν πως ήταν για καλό. Για το δικό σου? Για το δικό τους? Δεν έμαθες ποτέ. Έπρεπε να μάθεις να κοιμάσαι μόνη σου. Κι έτσι λοιπόν… έμαθες…
ΠΗΓΗ: mamalydia.wordpress.com