“Μαμά, μπαμπά εδώ είμαι ,κοιτάξτε με, είμαι εγώ”, είπε και έσπασε…
Έμοιαζε με όστρακο. Σκληρό κέλυφος απο έξω, μαλακό μέσα. ‘Η έτσι νόμιζα γιατι δεν του είχε δοθεί ποτέ η ευκαιρία να το δείξει.
Για να το κάνει αυτό θα χρειαζόταν 5 τσουβάλια ασφάλεια και 14 γερές δόσεις εμπιστοσύνης. Αυτό το μέσα , το μαλακό, είναι ευπλαστο βλέπετε και στην ανθρώπινη γλώσσα ονομάζεται «αληθινός εαυτός».
Πονάει αρκετά αν το πιάσουν τα μη κατάλληλα χέρια ή κυρίως αν το δουν παγωμένα μάτια…είναι εύθραυστο.
Απο μικρός θυμάται τον μπαμπά του να του λέει «καλά, αλλά θα μπορούσες και καλύτερα..» ή να περιμένει μια μπαμπαδίστικη επιβεβαίωση και αντι αυτής να έρχεται η ματαίωση. Κάπως έτσι λοιπόν άρχισε να χτίζεται το καλά οχυρωμένο φρούριο. Το είχε πάρει το μήνυμα: «έτσι δεν μας αρέσεις, κάνε πράγματα που μας αρέσουν εμάς, μην μας απογοητέυεις συνέχεια, γίνε αυτό που εμείς έχουμε ανάγκη.»
Το είπαν κι έγινε. Τσακ! Επινόησε με μαεστρία και έφτιαξε το πιο σκληρό κέλυφος να μην μπορεί κανεις να αγγίξει ή να δεί το αλήθινο εκείνο κομμάτι που ήταν. Το όπλισε με λίγο «πάγο» και τώρα μεγαλώνει «μια χαρά»..σαν όστρακο όμως, διπλοσφραγισμένο. Δεν «απογοήτευσε ποτέ τους γονείς του, τους είπε μια μέρα πως όταν μεγαλώσει θα σπουδάσει και γιατρός που πάντα ήθελαν ..
Στο σχολείο η δασκάλα τους είχε πει οτι το παιδί έχει δυσκολία να εκφραστεί μέχρι που μια άλλη μέρα δάγκωσε κι έναν συμμαθητή του και τους είπαν πως έχει βιαιη συμπεριφορά. Δεν του ξαναμίλησαν παρά μόνο όταν πέρασε καιρός και είχε έρθει ο καιρός για τους βαθμούς του σχολείου. «Πώς σου φάνηκε μπαμπά το 19 μου στα Μαθηματικά; “Kαλά , αλλά θα μπορούσες και καλύτερα..»
Και ένα μεσημέρι τον γνώρισα. Με κάλεσαν οι γονείς του γιατί έβλεπε εφιάλτες και ξύπναγε με κλάμματα. Όσες φορές κι αν τον είδα δεν είχα προσέξει το πρόσωπο του γιατι είχε μάθει να το «κρύβει» καλά μαζί με τα υπολοιπα εσωτερικά του κομμάτια.
Παίξαμε όμως. Ευτυχώς αυτό είχε ξεχάσει να το οχυρώσει γιατί ήταν και η φυσική του γλώσσα ως παιδί και κάπως έπρεπε να «μιλάει»…Παίξαμε πολύ. Και ήμουν εκεί, μαζί του. Τον έβλεπα και αποκτούσε οντότητα κάθε φορά. Ήταν ορατός. Ήταν ένα ορατό όστρακο σιγά σιγά. Απέκτησε και σκιά! Μια μεγαλείωδη σκιά που έμοιαζε με δράκο. Είχε αποκτήσει σύμμαχο στην οντότητα του.
«Ναι είμαι «αυτή» η μαμά και δεν λυπάμαι καθόλου!»
Μια μέρα με κοίταξε στα μάτια. Με λένε Γιάννη μου είπε. Και εκεί ένιωσα οτι ράγισε για πρώτη φορα το οστρακοειδές περίβλημα που τόσο εξαρτημένα φορούσε.
Ήταν η ασφάλεια, η σταθερότητα, η αναμονή της συνάντησης μας, η ύπαρκτή ύπαρξη του στα μάτια μου πρώτα και μετά στα δικά του ή έστω πολύ απλά το οτι μπορούσε να είναι ο εαυτός του ελεύθερα, μαζί μου, με ασφάλεια.
Λίγο πριν την τελευτάια μας συνάντηση έσπασε ένα τεράστιο κομμάτι του οχυρού και έπαιξε ρόλους θυμωμένους, θλιμμένους, αδικημένους και άλλους τόσους με φωνές διαφορετικές κάθε φορά που πάντα όμως απεθύνονταν στους γονείς του και λέγανε το ίδιο πάντα πράγμα. «Μαμά, μπαμπά εδώ είμαι κοιτάξτε με, είμαι εγώ,»
– Τι πρέπει να κάνω;, είπε ο μικρός πρίγκιπας.
– Πρέπει να έχεις μεγάλη υπομονή, αποκρίθηκε η αλεπού. Θα καθίσεις πρώτα κάπωςμακριά μου, έτσι στο χορτάρι. Εγώ θα σε κοιτάζω με την άκρη του ματιού μου κι εσύ δε θαλες τίποτα. Τα λόγια είναι που κάνουν τις παρεξηγήσεις.
Αλλά, κάθε μέρα, θα μπορείς να κάθεσαι λιγάκι πιο κοντά…
Την άλλη μέρα ήρθε πάλι ο μικρός πρίγκιπας.
– Θα ‘ταν πιο καλά να έρχεσαι πάντα την ίδια ώρα, είπε η αλεπού. Αν έρχεσαι, λόγου χάρη,στις τέσσερις το απόγευμα, εγώ θ‘ αρχίζω από τις τρεις να είμαι ευτυχισμένη. Όσο θαπερνάει η ώρα, τόσο εγώ θα νιώθω και πιο ευτυχισμένη. Στις τέσσερις πια, δε θα μπορώ νακαθίσω και θα τρώγομαι• θ‘ ανακαλύψω την αξία της ευτυχίας. Αν έρχεσαι όμως όποτε καινα ‘ναι, δε θα ξέρω ποτέ ποια ώρα να φορέσω στην καρδιά μου τα καλά της… Σ‘ όλαχρειάζεται κάποια τελετή.
– Τι είναι τελετή;, είπε ο μικρός πρίγκιπας.
– Είναι κι αυτό κάτι που πολύ παραμελήθηκε, είπε η αλεπού. Είναι αυτό που κάνει τη μιαμέρα να μη μοιάζει με τις άλλες, τη μια ώρα με τις άλλες ώρες.
Έτσι και η δική μας μέρα και ώρα ήταν η τελέτή μας. Και καθίσαμε και λίγο πιο κοντά. Και το όστρακο φόρεσε στην καρδιά του τα καλά της και την ξαναθυμήθηκε πώς είναι να χτυπάει απο ευχαρίστηση.
Και παίζαμε απλά ο ένας δίπλα στον άλλον. Και εκείνος ήταν καλά. Ήταν απλα. Ήταν αγόρι, όχι όστρακο.Ήταν.
Ναταλί Σαμπά MSc, Παιγνιοθεραπεύτρια
Πηγή: childit.gr
Διαβάστε ακόμη: