Ο υγιεινός τρόπος ζωής μειώνει κατά 1/3 τον κίνδυνο του καρκίνου
Η υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής μπορεί να μειώσει κατά ένα τρίτο τον κίνδυνο ενός ατόμου να αναπτύξει καρκίνο, δήλωσε η επικεφαλής του ειδικού Κέντρου για τον Καρκίνο στην Αυστραλία. Μερικές ημέρες πριν από την Παγκόσμια Ημέρα για τον Καρκίνο, στις 4 Φεβρουαρίου, η αρμόδια του κέντρου Έλεν Ζορμπάς συμβουλεύει πώς μπορεί να μειωθεί ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου. Το καλύτερο που μπορεί να κάνει κάποιος για να αποφύγει τον καρκίνο είναι να κόψει το κάπνισμα, να μειώσει την κατανάλωση αλκοόλ και του κόκκινου κρέατος. Ο καρκίνος είναι η πιο επαχθής ασθένεια στην Αυστραλία, όπως δείχνουν τα ποσοστά πρόωρου θανάτου και η διάρκεια επιβίωσης μετά την προσβολή από τη νόσο.
«Στην Αυστραλία, το ποσοστό των ενηλίκων που καπνίζει καθημερινά μειώθηκε σταθερά από 22% το 2001, σε λιγότερο από 15% το 2014-15, ποσοστό χαμηλότερο σε σύγκριση με χώρες όπως ο Καναδάς, η Νέα Ζηλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο» λέει η κα Ζορμπά.
Ωστόσο, το κάπνισμα εξακολουθεί να συμβάλλει άμεσα σε ποσοστό μεγαλύτερο του 13% σε όλους τους καρκίνους στην Αυστραλία, συμπεριλαμβανομένων του καρκίνου του τραχήλου, του εντέρου, του στομάχου, του παγκρέατος και του πνεύμονα, προκαλώντας σχεδόν το 1/4 όλων των θανάτων από καρκίνο. Ενώ η διακοπή του καπνίσματος μπορεί να αποτελέσει πρόκληση για τους ανθρώπους, αποτελεί επίσης ζωτικής σημασίας για τη μείωση εμφάνισης καρκίνου. Άλλοι μεγάλοι παράγοντες κινδύνου αποτελούν η κατανάλωση αλκοόλ και η παχυσαρκία που έχει λάβει διαστάσεις επιδημίας στην Αυστραλία.
«Η συνολική κατανάλωση οινοπνευματωδών στην Αυστραλία έχει μειωθεί σημαντικά από τότε που κορυφώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’70. Εξακολουθεί όμως να είναι υψηλή σε σύγκριση με άλλες χώρες του ΟΟΣΑ. Το 2013, το αλκοόλ συνέβαλε στην εκδήλωση σχεδόν 3.500 καρκίνων του μαστού, του οισοφάγου και του ήπατος στην Αυστραλία» λέει η κα Ζορμπά.
Περίπου 1 στους 20 καρκίνους στην Αυστραλία συνδέονται με το υπερβολικό βάρος ή την παχυσαρκία. Ήδη το 28% του ενήλικου πληθυσμού στη χώρα χαρακτηρίζεται παχύσαρκο, ποσοστό το οποίο είναι ελάχιστα συγκρίσιμο με πολλές άλλες χώρες του ΟΟΣΑ.
Πηγή: Amna.gr