«Οδηγίες χρήσης» για τους γονείς πρόωρων μωρών
Ένα από τα θετικά της προωρότητας είναι ότι, όταν τελικά πάρεις το μωρό σου σπίτι, το παίρνεις με «οδηγίες χρήσης». Έχεις λάβει, υπό την επίβλεψη ειδικών, απαραίτητες οδηγίες που αφορούν το τάισμα, το άλλαγμα και τη φροντίδα του παιδιού σου. Έχεις εξοικειωθεί (ανάλογα πάντα με τον χρόνο παραμονής) με αυτό το μικροσκοπικό πλασματάκι σε ένα περιβάλλον που πάντα κάποιος θα βρεθεί να σου δώσει μία συμβουλή για να βελτιώσεις τις «τεχνικές» σου. Τη μέρα δε της εξόδου, παίρνεις συνήθως και γραπτές οδηγίες με όλα αυτά που πρέπει ή δεν πρέπει να κάνεις.
Το πρόβλημα είναι ότι, ενώ υπάρχει τόση μέριμνα να πάρεις μαζί με το παιδί σου και τις σωστές οδηγίες για συνεχίσει την καλή του πορεία και έξω από το αποστειρωμένο περιβάλλον του νοσοκομείου, κανείς μα κανείς δεν βρίσκεται να σου πει 2 μικρά και ασήμαντα μυστικά, που όμως θα απλοποιούσαν πολύ (στη δική μας περίπτωση τουλάχιστον) κάποιες άλλες καταστάσεις.
Το πρώτο μυστικό είναι ότι το μωρό σου δεν είναι ρομποτάκι, δεν λειτουργεί σα ρολόι. Μέσα στη ΜΕΝΝ μπορεί να είχε ένα σταθερό και στρωμένο πρόγραμμα, αλλά αυτό συνέβαινε απλά γιατί έτσι λειτουργούν τα νοσοκομεία και όχι τα παιδιά. Το τάισμα κάθε 3 ώρες είναι ένας μύθος. Γιατί στο σπίτι, αν το μωρό σου κοιμάται δεν θα το ξυπνήσεις γιατί είναι 2.00 ή 5.00 ή 8.00. Γιατί στο σπίτι, το μωρό σου μπορεί να ξυπνήσει στις 2 ώρες και όλως παραδόξως να θέλει πάλι να φάει! Απίστευτο; Δεν συζητώ για το ενδεχόμενο, να το πιάσει λόξυγκας, να τρομάξει ή να θέλει απλά αγκαλίτσα. Τινάζεται το πρόγραμμα στον αέρα και εσύ δεν καταλαβαίνεις τι κάνεις λάθος και κλαίει απαρηγόρητο μέσα στη νύχτα… Και ούτε που σου περνάει από το μυαλό ότι πεινάει και μόλις φάει θέλει να χουχουλιάσει για λίγα δευτερόλεπτα στην αγκαλιά σου… Και αναρωτιέσαι ίσως τι καλύτερο έκαναν εκείνες οι μαίες. Και νιώθεις τύψεις, νιώθεις λίγη, νιώθεις φόβο. Ευτυχώς όμως μέσα σε 1 με 2 μήνες το πολύ ανακαλύπτεις τη μεγάλη αλήθεια: το παιδί δεν είναι ρομποτάκι, είναι ανθρωπάκι…
Ίσως όμως το παραπάνω μυστικό να είναι μία παράμετρος του δεύτερου αλλά, κατά την ταπεινή μου άποψη, σημαντικότερου μυστικού. Από τη στιγμή που θα μπει το μωρό σου στο σπίτι και περάσει ο ενθουσιασμός των πρώτων ημερών (ή μήπως πρώτων ωρών;) φοβάσαι. Φοβάσαι όμως με ένα τρόπο διαφορετικό από τους υπόλοιπους γονείς, με ένα τρόπο λίγο πιο παρανοϊκό.
Τι δεν πρέπει να πεις στους γονείς ενός πρόωρου μωρού ποτέ!
Φοβάσαι όταν κοιμάται πολύ (Έπαθε κάτι;) άλλα και όταν δεν κοιμάται (Έπαθε κάτι;). Φοβάσαι όταν τρώει πολύ (Μήπως κάνει εμετό; Μήπως παχύνει; Μήπως πονέσει το στομαχάκι του;) αλλά και όταν δεν τρώει (Δεν θα πάρει βάρος. Και αν έπαθε κάτι;). Φοβάσαι να το πάρεις αγκαλιά μήπως και του μεταφέρεις κάποιο μικρόβιο, μήπως και το ανησυχήσεις. Και αμέσως φοβάσαι μήπως δεν το αγκαλιάζεις αρκετά και δεν μπορεί να νιώσει την ασφάλεια που τόσο έχει ανάγκη. Φοβάσαι όταν κλαίει (Έπαθε κάτι;) αλλά και όταν δεν κλαίει (Έπαθε κάτι;). Φοβάσαι μήπως αρρωστήσει και σου το πάρουν πίσω. Φοβάσαι όμως και όταν είναι απόλυτα υγιές, γιατί σκέφτεσαι ότι έχει κάποια καινούργια ασθένεια που η επιστήμη δεν έχει ανακαλύψει ακόμη. Φοβάσαι να κοιμηθείς μήπως και δεν το ακούσεις να κλαίει. Φοβάσαι να μπεις για μπάνιο ενώ κοιμάται, μήπως και σταματήσει να αναπνέει και εσύ δεν είσαι εκεί.
Και ελπίζεις ότι όσο περνάει ο καιρός θα σταματήσεις να φοβάσαι. Και κανείς δεν σου λέει (αλλά και να σου πει, τον πιστεύεις;) ότι όσο μεγαλώνει θα φοβάσαι ακόμη περισσότερο: Θα περπατήσει; Θα μιλήσει; Θα φτιάξει το αναπνευστικό του; Η όρασή του; Και όταν πάει σχολείο, θα τα καταφέρει. Και όταν… Και αν…
Ένας φόβος παράλογος, ανεξέλεγκτος. Ένας φόβος που συχνά σε καθηλώνει, σε βυθίζει στην απελπισία, στην κατάθλιψη. Ένας φόβος, που αν δεν έχεις δει τον θάνατο να κοιτάζει το παιδί σου, να προσπαθεί να σου το κλέψει από την αγκαλιά σου, δεν μπορείς να τον καταλάβεις. Άραγε τελειώνει αυτός ο φόβος; Δεν ξέρω, αλλά νομίζω πως όχι. Απλά, κρίνοντας εξ ιδίων, κάποια στιγμή σου γυρίζει το μυαλό και συνειδητοποιείς πως ο παρανοϊκός αυτός φόβος κάνει περισσότερο κακό από ότι καλό πρώτα σε σένα, σα γυναίκα, σα μητέρα, σα σύζυγο, σαν άνθρωπο, και εν συνεχεία στο παιδί σου και στην οικογένειά σου. Και έτσι αρχίζεις δειλά δειλά να ζεις «στα άκρα»: Τολμάς να πας σε πάρτι με άλλα παιδάκια που δεν ξέρεις αν είναι απολύτως υγιή (και ας βράζεις στο ζουμί σου). Και αν περάσει το τριήμερο και δεν αρρωστήσει, γλυκαίνεσαι και ξαναπάς (σε αντίθετη περίπτωση, κλείνεσαι για λίγο ακόμη στο καβούκι σου). Τολμάς να αγνοήσεις ότι δεν πιάνει σωστά το μολύβι όπως τα άλλα παιδάκια (χωρίς να σταματήσεις βέβαια να διαβάζεις ατελείωτα για τη λεπτή κινητικότητα). Τολμάς να σταματήσεις να το κυνηγάς με ένα πιάτο γεμάτο φαγητό (μέχρι να ξαναπάς, έστω, στον παιδίατρο και να το ζυγίσει). Τολμάς, όσο σου επιτρέπουν οι συνθήκες, να αφήσεις το παιδί σου ελεύθερο και μαζί του ελευθερώνεσαι και εσύ.
Αυτό για το οποίο είμαι απόλυτα βέβαιη όμως είναι ότι αν στις «οδηγίες χρήσης» που παίρνουμε μαζί με το μωρό την ημέρα της εξόδου, υπήρχαν 2 μικρά αστεράκια με τις επισημάνσεις «Το παιδί πλέον θα ζει στο σπίτι του με την οικογένειά του και όχι σε νοσοκομείο παρέα με γιατρούς και νοσοκόμες» και «Ο φόβος θα γίνει δεύτερη φύση σας, μην τον αφήσετε να σας νικήσει» δεν θα τους πιστεύαμε. Θα φοβόμασταν ότι μας κάνουν πλάκα. Και όταν μετά από καιρό, συνειδητοποιούσαμε ότι είχαν δίκιο, θα νιώθαμε και τύψεις που φοβηθήκαμε να παραδεχτούμε ότι φοβόμαστε.
Πηγή: 31ebdomades.gr