Οι ερευνητές έχουν βρει ότι το άγχος γύρω από την άφιξη ενός νέου μωρού, είναι ακριβώς τόσο κοινό όσο η επιλόχεια κατάθλιψη και οι κίνδυνοι για την ψυχική υγεία των ανδρών είναι σχεδόν τόσο υψηλοί όσο και για τις γυναίκες.
Η ερευνήτρια ψυχικής υγείας Δρ Λιάνα Λιτς, επανεξέτασε 43 διαφορετικές μεταξύ τους μελέτες και βρήκε ότι το άγχος πριν και μετά την άφιξη ενός παιδιού, είναι εξίσου διαδεδομένο όπως η κατάθλιψη και πλήττει περίπου έναν στους δέκα άνδρες, όσο το ήμισυ του ποσοστού των γυναικών.
«Οι άνδρες μπορεί να νιώθουν ότι δεν τους αφορά η διαδικασία, επειδή η εγκυμοσύνη και ο τοκετός είναι τόσο άρρηκτα συνδεδεμένοι με τη μητέρα», είπε η Δρ Λιτς. «Αυτή η αίσθηση, μπορεί να περιπλέξει το πρόβλημα τους. Δε ζητούν βοήθεια, επειδή νομίζουν ότι δεν αφορά τόσο πολύ τους ίδιους».
Οι αιτίες του άγχους και της κατάθλιψης που σχετίζονται με την άφιξη ενός νέου μωρού δεν είναι επαρκώς κατανοητοί. Ενώ τα αποτελέσματα από μεμονωμένες μελέτες ποικίλουν, κάποιες μελέτες δείχνουν ότι ένα ποσοστό πάνω από 20% των γονέων, υποφέρει από άγχος ή κατάθλιψη.
«H απόκτηση ενός νέου μωρού, είναι μια εποχή μεγάλης προσαρμογής για πολλούς γονείς, και είναι φυσιολογικό να είναι νευρικοί, αλλά το άγχος μπορεί να γίνει ένα πρόβλημα όταν επιμένει για μεγάλα χρονικά διαστήματα και παρεμβαίνει στις καθημερινές λειτουργίες», είπε η Δρ Λιτς.
Τα συμπτώματα του άγχους μπορεί να περιλαμβάνουν αίσθημα ανησυχίας ή αίσθημα έντασης για μεγάλο μέρος του χρόνου, ευερεθιστότητα και φόβους για την ασφάλεια του μωρού. Τα σωματικά συμπτώματα μπορεί να περιλαμβάνουν ταχυκαρδία, εφίδρωση, κακό ύπνο και κακή όρεξη.
«Υπάρχει όμως περιθώριο αξιόπιστης βοήθειας και οι γονείς θα πρέπει σε πρώτη φάση να επικοινωνήσουν με τον γιατρό τους», είπε η Δρ Λιτς. «Τα ζευγάρια θα πρέπει να είναι ενήμερα για την ψυχική υγεία τους, από τη στιγμή που συνειδητοποιούν ότι η γυναίκα είναι έγκυος. Η πρώιμη παρέμβαση μειώνει τη σοβαρότητα και τη διάρκεια των συμπτωμάτων».
Οι παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν την έλλειψη κοινωνικής στήριξης, ειδικά από έναν σύντροφο, οικονομικές δυσκολίες και ένα ιστορικό προβλημάτων ψυχικής υγείας. «Η υγειονομική περίθαλψη κατά την περιγεννητική περίοδο θα πρέπει να αφορά όλη την οικογένεια και όχι μόνο τη μητέρα», συμπλήρωσε η Δρ Λιτς.