Σκληρή κριτική από τα μικρά μας ανθρωπάκια…
Όταν γίνεσαι μαμά ακούς την πιο αμείλικτη κριτική από αυτόν που αγαπάς περισσότερο και ζεις για να το διηγείσαι γελώντας.
Το θέμα με τα μικρά είναι ότι λένε αυτό που βλέπουν, όπως το βλέπουν και η γραμμική λογική τους λέει ότι σίγουρα το βλέπεις κι εσύ, οπότε δεν χρησιμοποιούν το κοινωνικό αμπαλάζ που οι μεγάλοι έχουμε συμφωνήσει μεταξύ μας. Η χοντρή είναι χοντρή, ο καλός καλός, ο κοντός κοντός και η άσχημη άσχημη, χωρίς περιστροφές, χρυσωμένα χάπια και πολιτική ορθότητα. Για κανέναν, ούτε φυσικά για τη μανούλα που τα γέννησε και την ώρα της επισκληριδίου δεν φανταζόταν ότι θα ερχόταν η μέρα που το αγγελούδι της θα της έλεγε ότι βρομάνε τα μαλλιά της.
Όλες οι μαμάδες έχουν να διηγηθούν ξεκαρδιστικές ιστορίες συντριπτικής ήττας από τον άνθρωπο του ενός μέτρου και κάτι που με μάτια όλο αθωότητα σου ρίχνει λεκτικές ταφόπλακες απλά επειδή μπορεί. Σε στιγμές αφόρητης έλλειψης πρωτοτυπίας όλοι έχουμε χρησιμοποιήσει το ρηθέν περί μικρού και τρελού που σου λέει την αλήθεια, είναι όμως αλλιώς o μικρός τρελός να είναι δικός σου και να το διαπιστώνεις από πρώτο χέρι. Η μαμά, που παραδοσιακά είναι το βασικό άτομο το οποίο το παιδί έχει του χεριού του, είναι αυτή που θα εισπράξει το περισσότερο αυθόρμητο φαρμάκι. Και για καλή του τύχη η μητρική αγάπη την εμποδίζει από το να του κόψει επιτόπου την καλημέρα.
10 χιουμοριστικά σκίτσα που μόνο μια μαμά θα καταλάβει!
Αυτό βέβαια που εντυπωσιάζει ένα παιδί και προκαλεί το σχολιασμό του μπορεί να μην έχει την ίδια βαρύτητα στον κόσμο των μεγάλων. Το να μη σερβίρεις στο σκύλο, π.χ., να φάει το μεσημέρι στο τραπέζι με την υπόλοιπη οικογένεια δεν σε κάνει απαραίτητα κακιά αλλά το παιδί σου μπορεί να σου πει να πας εσύ να φας μόνη σου στο μπαλκόνι αφού είσαι τόσο άκαρδη -αυτή είναι μία από τις περιπτώσεις που απλώς γελάς και δεν ξανασκέφτεσαι. Όταν όμως ο Γιώργος είπε στη μαμά του πως όταν πίνει τους κάνει ρεζίλι, μη έχοντας υπόψη του ότι δύο μοχίτο την εβδομάδα δεν σε κάνουν ακριβώς συνάδελφο της Λίντσεϊ Λόαν, δεν ήταν και τόσο αστείο. Ούτε εγώ γέλασα όταν η κόρη μου, σε διάθεση «κοριτσάκι με τα σπίρτα», παραπονέθηκε ότι όλο την αφήνω μόνη της και βγαίνω με τις φίλες μου, διότι όποιος την άκουγε δύσκολα θα πίστευε ότι τα τελευταία δύο χρόνια έχω απουσιάσει τρία βράδια -που δεν την άφησα στο δάσος να τη φάνε οι λύκοι αλλά με τη γιαγιά της. Δεν είναι ότι τα παιδιά γεννιούνται έχοντας έμφυτη την αλεγκρία των Άμις του Σολτ Λέικ Σίτι, πιο συντηρητικά κι από Αγγλίδες θείτσες του 1950. Είναι ότι έχοντας υποστεί από εμάς τους ίδιους ανελέητη πλύση εγκεφάλου για το πώς πρέπει να είναι τα πράγματα, αντιδρούν σε ό,τι δεν κολλάει στην εικόνα που με καλές προθέσεις τους φτιάξαμε, όπου τα γουρουνάκια μιλάνε, οι άνθρωποι αν είναι τυχεροί ζουν σε ροζ μεσαιωνικά παλάτια, τα παιχνίδια ζωντανεύουν, ο μπαμπάς είναι πράος σαν αρνάκι και η μαμά δεν έρχεται στο τσακίρ κέφι πίνοντας ένα ποτό με τις φίλες της αλλά επειδή έφτιαξε το καλύτερο κέικ της πόλης. Όταν μετά τα παίρνουμε από το χέρι και τους παρουσιάζουμε τον πραγματικό κόσμο, το μόνο που μπορούμε να ελπίζουμε είναι να κάνουν τις καταγγελτικές παρατηρήσεις τους χαμηλόφωνα. Όπερ σημαίνει ότι αν θέλεις να έχεις μια διακριτική παρουσία σε χώρο με άλλους ανθρώπους, αν πάρεις μαζί σου ένα νήπιο θα πρέπει είτε να το φιμώσεις είτε να είσαι έτοιμη να κάνεις πολύ θόρυβο όταν αντιληφθείς ότι πρόκειται να πει κάτι άκομψο όπως, π.χ, ότι η διευθύντριά σου μοιάζει με τη Σούπι, το σκύλο των απέναντι, ή να ρωτήσει τον 65χρονο που σε ένα εστιατόριο κρατάει το χέρι μιας 25άρας αν είναι ο μπαμπάς της -ιστορίες βγαλμένες από τη ζωή, τη δική μου εν προκειμένω.
Αν κάνουμε την αναγκαία εξαίρεση των παιδιών που είναι απλά κακομαθημένα και λένε κακίες για πολύ διαφορετικούς λόγους από τους προφανείς, υπάρχει κάτι πολύ προσγειωτικό σε αυτό που λένε και σε πρώτη ανάγνωση σε προσβάλλει. Κανείς δεν θα σου μιλήσει πιο ειλικρινά, χωρίς καλλωπιστικές υποκριτικές ευγένειες, από εκείνον που δεν έχει κανένα ρίσκο να παρεξηγηθεί, δηλαδή το παιδί σου. Και γι’ αυτό δέχεσαι ό,τι κι αν ακούσεις αφού ξέρεις ότι η κριτική είναι άδολη, άρα μπορεί να γίνει και εποικοδομητική. Και μερικές φορές οι αλήθειες που σου λένε μπορεί να είναι πιο βαθιές και πιο βαριές απ’ όσο περιμένεις. Ένα μικρό, αθώο σχόλιο για το πόσο φωνάζετε με τον μπαμπά ή ότι δεν έχεις πια πλάκα ή ότι τελευταία είσαι συνέχεια θυμωμένη μπορεί να σε βάλει σε ένα δρόμο αυτογνωσίας πολύ πιο εύκολα -και πιο οικονομικά- απ’ ό,τι οι συνεδρίες ενός έτους στο ντιβάνι του ψυχαναλυτή. Η δική μου στιγμή επιφοίτησης ήρθε μια μέρα που οδηγούσα με τη μικρή στο πίσω κάθισμα και ως συνήθως έσερνα τα εξ αμάξης στον μπροστινό, που φυσικά δεν με άκουγε. «Μαμά, σταμάτα να του μιλάς έτσι», μου είπε με ύφος. «Άμα σε δει από τον καθρέφτη και καταλάβει ότι τον μαλώνεις μπορεί να πάει σπίτι του και να κλαίει». Ήμουν μια κακιά, οξύθυμη οδηγός; Ναι. Σταμάτησα να βρίζω τον κόσμο γύρω μου; Όχι ακόμα, αλλά τουλάχιστον έμαθα να το κάνω από μέσα μου.
Μεγαλώνοντας, τα παιδιά θα μάθουν να περιορίζουν τον αυθορμητισμό τους και να σκέφτονται τα αισθήματα των άλλων πριν μιλήσουν. Για τη μαμά, πάντως, θα κρατάνε πάντα ανοιχτό το κανάλι της επικοινωνίας που δεν θέλει την αλήθεια καμουφλαρισμένη, ακόμα και αν στην εφηβεία τους θα έδινες το μισό σου βασίλειο για λίγη περισσότερη ευγένεια. Πάντα θα λένε αυτό που βλέπουν, πάντα θα χτυπάνε νεύρο, πάντα θα τα συγχωρείς. Ίσως επειδή θα θυμάσαι πάντα ότι από τότε που εκστόμιζαν ακριβώς ό,τι τους ερχόταν στο μυαλό, χωρίς ψέματα και περιττές ευγένειες, σου έλεγαν ότι είσαι η καλύτερη, η πιο όμορφη μαμά του κόσμου και το εννοούσαν. Το ότι δεν υπάρχει αντικειμενική αλήθεια έκανε τον τίτλο ακόμα πιο πολύτιμο ακριβώς επειδή ήταν η δική τους, η μόνη αλήθεια απ’ όλες που μετράει.
Πηγή: marieclaire.gr