Ο Παντελής Παπαδόπουλος, Ψυχίατρος – Ψυχοθεραπευτής, μας εξηγεί τα πάντα για τα όνειρα, την αξία της μελέτης τους και τους μηχανισμούς που διαμορφώνουν το περιεχόμενό τους.
Τι είναι τα όνειρα;
Οι παραστάσεις που βλέπουμε κατά τη διάρκεια του ύπνου λέγονται όνειρα. Ο ύπνος διακρίνεται σε στάδια ανάλογα με το αν υπάρχουν ταχείες οφθαλμικές κινήσεις (REM – Rapid Eye Movement) ή όχι (Non REM ή NREM): Το άτομο βλέπει όνειρα στη φάση REM, η οποία χαρακτηρίζεται από πλήρη μυϊκή χαλάρωση, αλλά ταυτόχρονα από ενεργοποιημένα εγκεφαλικά κύματα. 5-10% της ζωής μας το περνάμε ονειρευόμενοι.
Η μελέτη των ονείρων
Η μελέτη των ονείρων καταλαμβάνει μια ιδιαίτερη θέση στην ψυχανάλυση. Η ερμηνεία των ονείρων (φρόυντ 1900) υπήρξε μια τόσο επαναστατική και τόσο μνημειώδης προσφορά στην ψυχολογία όσο “Η Καταγωγή των ειδών” για την βιολογία μισό αιώνα νωρίτερα.
Πρόκειται για μια αναγκαία διαδικασία. Πειραματικά έχει αποδειχτεί ότι το άτομο που του αφαιρείται η δυνατότητα να ονειρεύεται χάνει την ψυχική του ισορροπία και μπαίνει σε μια συγχητική ή ακόμη σε μια ψυχωτική κατάσταση. Επομένως το όνειρο εκπληρεί λειτουργίες οι οποίες βοηθούν στη διατήρηση του ύπνου και γενικότερα της ψυχικής υγείας. Οι συνδέσεις που δημιουργούνται στον εγκέφαλο και καθοδηγούνται από το συναίσθημα και τις ανησυχίες αυτού που ονειρεύεται καταλαγιάζουν το άγχος.
Το υλικό των ονείρων είναι πάντα σχετικό με το άτομο που ονειρεύεται, είτε με γεγονότα που του συνέβησαν, είτε με τις ανησυχίες, επιθυμίες και φαντασιώσεις που είχε και έχει. Η ανάλυση ενός ονείρου μπορεί να μας δώσει στοιχεία για την καλύτερη και βαθύτερη κατανόηση της ψυχικής κατάστασης εκείνου που έχει ονειρευτεί. Αποτελεί την καλύτερη πηγή πρόσβασης στο ασυνείδητο ενός ανθρώπου.
Παράλληλα μας ανοίγει τον δρόμο για την εμβάθυνση και αντιμετώπιση μιας νευρωτικής κατάστασης μέσα από την συνειδητοποίηση και επεξεργασία απωθημένου ψυχικού περιεχομένου. Ένα απομονωμένο και απωθημένο κομμάτι μιας ενόρμησης συμβάλλει σημαντικά στη δημιουργία ενός συμπτώματος.
Η υποκειμενική εμπειρία, η οποία εμφανίζεται στη συνείδηση κατά τη διάρκεια του ύπνου και η οποία μετά την αφύπνιση αναφέρεται από ένα άτομο ως όνειρο, είναι μόνο το τελικό αποτέλεσμα μια ασυνείδητης ψυχικής δραστηριότητας κατά τη διάρκεια του ύπνου η οποία, εξαιτίας της φύσης και της έντασής της απειλεί να διακόψει τον ίδιο τον ύπνο. Αντί να ξυπνήσει αυτός που κοιμάται, ονειρεύεται.
Ονομάζουμε τη συνειδητή εμπειρία κατά τη διάρκεια του ύπνου, την οποία αυτός που κοιμάται μπορεί να θυμάται ή να μη θυμάται μετά την αφύπνιση, έκδηλο όνειρο (manifest dream), τα διάφορα στοιχεία που αναφέρονται ως το περιεχόμενο του έκδηλου ονείρου (manifest dream content), τις ασυνείδητες σκέψεις και επιθυμίες που απειλούν να ξυπνήσουν αυτόν που κοιμάται τις ονομάζουμε λανθάνον περιεχόμενο του ονείρου (latent dream content), τις ασυνείδητες ψυχικές διεργασίες από τις οποίες το λανθάνον περιεχόμενο του ονείρου μεταμορφώνεται σε έκδηλο όνειρο τις αποκαλούμε ονειρική διεργασία (dream work).
Στην πράξη κατά την ψυχαναλυτική βιβλιογραφία, το «όνειρο» πολύ συχνά χρησιμοποιείται για να ορίσει το «έκδηλο όνειρο». Το νόημα ενός ονείρου μπορεί να σημαίνει μόνο το λανθάνον νόημα του ονείρου.
Το λανθάνον περιεχόμενο του ονείρου, το οποίο θέτει σε ενέργεια τη διαδικασία του ονείρου διαιρείται σε τρεις κατηγορίες.
1) Η πρώτη κατηγορία είναι προφανής. Περιλαμβάνει τις νυκτερινές αισθητηριακές εντυπώσεις.
Ο ήχος ενός ξυπνητηριού, η δίψα, η πείνα, ανάγκη για ούρηση ή αφόδευση, πόνος από τραύμα ή ασθένεια, κράμπες, υπερβολικό κρύο ή ζέστη, όλα μπορεί να είναι μέρος του λανθάνοντος περιεχομένου του ονείρου. Οι πιο πολλοί νυχτερινοί αισθητηριακοί ερεθισμοί δεν ενοχλούν τον ύπνο, ακόμη και μέχρι του σημείου της συμμετοχής στο σχηματισμό ενός ονείρου.
Υπάρχουν άτομα που μπορούν να κοιμούνται μέσα σε μια βίαιη θύελλα, χωρίς ούτε να ξυπνήσουν ούτε να ονειρευτούν, παρά το γεγονός ότι η ακοή τους έχει τελείως φυσιολογική οξύτητα. Μια ενοχλητική αισθητηριακή εντύπωση στη διάρκεια του ύπνου μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να ξυπνήσει αμέσως αυτόν που κοιμάται, χωρίς κανένα όνειρο, τουλάχιστον για όσο μπορούμε να πούμε. Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές σε εκείνες τις καταστάσεις όπου κοιμόμαστε «με το ένα αυτί τεντωμένο» ή «με το ένα μάτι ανοιχτό», όπως συμβαίνει για παράδειγμα με τους γονείς όταν ένα παιδί στην οικογένεια είναι άρρωστο.
2) Η δεύτερη κατηγορία του λανθάνοντος ονειρικού περιεχομένου περιλαμβάνει σκέψεις και ιδέες που συνδέονται με τις δραστηριότητες και τις προκαταλήψεις της καθημερινής σε εγρήγορση ζωής αυτού που ονειρεύεται, και οι οποίες παραμένουν ασυνείδητα ενεργές στο μυαλό του κατά τη διάρκεια του ύπνου. Εξαιτίας της συνεχιζόμενης δραστηριότητάς τους τείνουν να ξυπνήσουν αυτόν που κοιμάται, με τον ίδιο τρόπο που το κάνουν τα πιεστικά αισθητηριακά ερεθίσματα.
Αν αυτός που κοιμάται ονειρευτεί αντί να ξυπνήσει, αυτές οι σκέψεις και οι ιδέες δρουν ως μέρος του λανθάνοντος περιεχομένου του ονείρου. Τα παραδείγματα είναι αναρίθμητα. Περικλείουν όλη την ποικιλία των ενδιαφερόντων και των αναμνήσεων που υπό κανονικές συνθήκες είναι προσιτές στο εγώ, με οποιαδήποτε συναισθήματα ελπίδας ή φόβου, περηφάνιας ή ταπείνωσης, ενδιαφέροντος ή αποστροφής που μπορεί να τις συνοδεύσουν. Μπορεί να είναι σκέψεις για μια διασκέδαση της προηγούμενης νύχτας, έγνοια για ένα ανολοκλήρωτο καθήκον, η προσδοκία ενός ευχάριστου γεγονότος στο μέλλον ή οτιδήποτε άλλο που ανήκει στα τρέχοντα ενδιαφέροντα της ζωής που επιθυμεί να φανταστεί αυτός που κοιμάται.
3) Η τρίτη κατηγορία περιλαμβάνει παρορμήσεις που έχουν αποκλειστεί από το συνειδητό ή έχουν απαγορευτεί από την άμεση ικανοποίησή τους. Το Εγώ τις έχει απωθήσει. Οι άμυνες του Εγώ απέναντι στις παρορμήσεις (Εκείνο) αναπτύσσονται στην παιδική ηλικία. Γι’αυτό και το υλικό που περιέρχεται στο όνειρο (λανθάνον περιεχόμενο) σχετίζεται με την περίοδο εκείνη και είναι συνήθως παιδικό ή νηπιακό.
Οι πρώτες δύο κατηγορίες λοιπόν του λανθάνοντος περιεχομένου προέρχονται από πρόσφατα συναισθήματα ή γεγονότα, ενώ η τρίτη από το παρελθόν.
Ένας νυχτερινός αισθητηριακός ερεθισμός, όσο έντονος κι αν είναι, πρέπει, κατά το Φρόυντ, να εξασφαλίσει τη βοήθεια μιας ή περισσοτέρων επιθυμιών από το απωθημένο, πριν μπορέσει να γεννήσει ένα όνειρο. Επίσης, φαίνεται ότι τουλάχιστον κάποιες έγνοιες από την καθημερινή ζωή είναι τμήμα κάθε λανθάνοντος ονειρικού περιεχομένου. Νυκτερινές αισθήσεις, από την άλλη μεριά, δεν μπορούν να αποδειχθούν στο λανθάνον περιεχόμενου κάθε ονείρου, αν και παίζουν έναν καταφανή ρόλο σε μερικά όνειρα.
Ποια είναι η σχέση μεταξύ έκδηλου και λανθάνοντος περιεχομένου: Πρώτον το έκδηλο είναι συνειδητό, το λανθάνον όχι. Δεύτερον το έκδηλο είναι μια οπτική εικόνα, ενώ το άλλο μια επιθυμία ή μια ώθηση. Τέλος το έκδηλο είναι μια φαντασία που εμφανίζει το λανθάνον περιεχόμενο ως ικανοποιημένο. Πρόκειται δηλαδή για την εκπλήρωση μιας επιθυμίας μέσα από μια φαντασιωσική εικόνα. Με τον τρόπο αυτό άλλωστε βοηθά στη διατήρηση του ύπνου. Ηενόρμηση που θα διατάρασσε τον ύπνο, υφίσταται μια εν μέρει τουλάχιστον εκτόνωση μέσα από τη φαντασίωση. Το γεγονός ότι το έκδηλο περιεχόμενο ενός ονείρου συχνά δεν εμπεριέχει την ικανοποίηση μιας επιθυμίας οφείλεται στην επανάληψη του αμυντικού μηχανισμού της παιδικής ηλικίας. Τότε, ως παιδιά συνήθως χρησιμοποιούμε την απώθηση ως αμυντικό μηχανισμό. Τώρα, στο όνειρο την παραμόρφωση ή διαστρέβλωση ή περικάλυψη του περιεχομένου. Τόσο ώστε αρκετές φορές το έκδηλο όνειρο να είναι δυσάρεστο ή απειλητικό.
Δύο βασικοί παράγοντες επιδρούν στη διαμόρφωση του ονείρου. Ο ένας είναι η “μετάφραση” του λανθάνοντος περιεχομένου (προβλήματα, ενδιαφέροντα, συναισθήματα της καθημερινότητας) σε πρωτογενείς σκέψεις που εκφράζονται μέσα από εικόνες στο έκδηλο περιεχόμενο. Όπως για παράδειγμα ένας σκιτσογράφος μεταφέρει τις σκέψεις του μέσα από το σκίτσο. Παράλληλα επιλέγονται στοιχεία (κομμάτια) του λανθάνοντος περιεχομένου, τα οποία σχετίζονται με απωθημένες παρορμήσεις του παρελθόντος. Κι όλα αυτά αρκετά συμπυκνωμένα, έτσι ώστε μια εικόνα να εκφράζει πολλές πλευρές του λανθάνοντος περιεχομένου.
Ο δεύτερος παράγοντας, ο οποίος κάνει το όνειρο ακόμα πιο δυσνόητο είναι οι μηχανισμοί άμυνας του Εγώ. Κινητοποιούνται από τους ίδιους λόγους και με τον ίδιο τρόπο όπως και στην καθημερινότητα. Όταν ένα παιδί, για παράδειγμα, αναγκάζεται ν’αγαπήσει τον/την αδελφό/αδελφή του για ν’αποφύγει την απαγορευμένη επιθετικότητά του, χρησιμοποιεί τον αντίστοιχο μηχανισμό άμυνας: (αντιστροφή του συναισθήματος). Το ίδιο μπορεί να συμβεί και στο όνειρο με αποτέλεσμα να διαστρεβλώνεται η εικόνα που βλέπουμε (αντί να χτυπήσει το αδέρφι, το χαϊδεύει).
Οι άμυνες του εγώ εναντιώνονται έντονα στην είσοδο στη συνείδηση εκείνου του μέρους του λανθάνοντος ονειρικού περιεχομένου που προέρχεται από το απωθημένο, και εναντιώνεται περισσότερο ή λιγότερο έντονα, ανάλογα με την περίπτωση, σε διάφορες έγνοιες της «εν γρηγόρσει» ζωής, οι οποίες είναι επίσης μέρος του λανθάνοντος περιεχομένου.
Ας υποθέσουμε ότι αυτός που ονειρεύεται είναι μια γυναίκα και ότι το τμήμα του λανθάνοντος περιεχομένου του ονείρου που προέρχεται από το απωθημένο είναι μια επιθυμία για σεξουαλική σχέση με τον πατέρα της, η οποία γεννήθηκε κατά την οιδιπόδεια φάση αυτής που ονειρεύεται. Αυτό θα μπορούσε να αναπαραστεί στο έκδηλο όνειρο, σύμφωνα με μια κατάλληλη φαντασίωση εκείνης της περιόδου, με μια εικόνα της ίδιας και του πατέρα της να είναι σε διαμάχη μεταξύ τους, και με ένα συνοδευτικό αίσθημα σεξουαλικής διέγερσης. Όμως, αν οι άμυνες του εγώ εναντιώνονται σε μια τέτοια μη μεταμφιεσμένη έκφραση αυτής της οιδιπόδειας επιθυμίας, η σεξουαλική διέγερση μπορεί να αποκλειστεί από τη συνείδηση, με αποτέλεσμα το έκδηλο στοιχείο του ονείρου να γίνει απλώς μια εικόνα διαμάχης με τον πατέρα, χωρίς τη συνοδεύουσα σεξουαλική διέγερση. Αν αυτό είναι ακόμη πολύ κοντά στην αρχική φαντασίωση για να είναι ανεκτό από το εγώ χωρίς άγχος ή ενοχή, η εικόνα του πατέρα μπορεί να μην καταφέρει να εμφανιστεί, και, αντί γι’αυτήν, να εμφανιστεί μια εικόνα στην οποία αυτή που ονειρεύεται είναι σε διαμάχη με κάποιον άλλο, για παράδειγμα με το γιό της. Αν η εικόνα της διαμάχης είναι ακόμη πολύ κοντά στην αρχική φαντασίωση, μπορεί να αντικατασταθεί από κάποια άλλη φυσική δραστηριότητα, για παράδειγμα χορός με το γιό της. Ακόμη κι αυτό, όμως, μπορεί να είναι δυσάρεστο στο εγώ και, αντί για το έκδηλο στοιχείο του ονείρου, που μόλις περιγράφτηκε, μπορεί να εμφανιστεί στο όνειρο μια εικόνα μιας παράξενης γυναίκας με ένα αγόρι που είναι γιος της, σε ένα δωμάτιο με γυαλισμένο πάτωμα.
Η τεχνική ερμηνείας του ονείρου
Τελειώνοντας τη σύντομη αυτή περιγραφή για τα όνειρα και την ερμηνεία τους, θέλω να τονίσω για μια ακόμη φορά ότι τα όνειρα δεν έχουν και δεν μπορούν να έχουν προφητικό χαρακτήρα. Ακόμα και στις περιπτώσεις «επαλήθευσης» (ονειρεύομαι ότι πέθανε η γιαγιά μου και μετά από λίγες μέρες όντως πεθαίνει.) δεν πρόκειται για προφητεία (δεν επιστρατεύεται κάποιος -θεός, άγιος, άγγελος, φίλος κλπ- να μου πει κάτι ή να με προειδοποιήσει για κάτι που θα συμβεί). Μπορεί να πρόκειται για σύμπτωση, μπορεί να δηλώνει ένα φόβο ή μια επιθυμία και φυσικά, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, μπορεί το έκδηλο όνειρο να μην έχει καμιά σχέση με το λανθάνον. Στο συγκεκριμένο όνειρο, για παράδειγμα, μπορεί η γιαγιά να πεθάνει συμπτωματικά (θα πέθαινε δηλ. ούτως ή άλλως), μπορεί να σημαίνει ότι επιθυμώ ή φοβάμαι το θάνατό της, μπορεί να φοβάμαι το δικό μου ή γενικότερα το θάνατο, μπορεί για διάφορους λόγους να νιώθω ένοχος και για να τιμωρηθώ «θανατώνω» τη γιαγιά, με την οποία έχω πολύ καλή σχέση, μπορεί η γιαγιά να μην «είναι» η γιαγιά αλλά κάποια άλλη γυναίκα ή άτομο, και ούτω καθεξής. Σε καμιά περίπτωση πάντως δε θα πρόκειται για προφητεία. Προβλέψεις υπάρχουν, προφητείες όχι!
Από τον Παντελή Παπαδόπουλου, Ψυχίατρο – Ψυχοθεραπευτή (ατομική και ομαδική ψυχοθεραπεία), διδάσκων Ομαδικό Αναλυτή και τακτικό μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Ομαδικής Ανάλυσης και Οικογενειακής Θεραπείας.
Πηγή: www.papapan.gr