Εκεί που ζει ο φόβος…
Ξάπλωσες και λέμε την προσευχή μας. Τελευταίες γουλιές νερού, τελευταίες αγκαλιές, τελευταία φιλάκια και πρέπει να φύγω και να κλείσω την πόρτα γιατί δεν θέλω να μείνω. Λες ότι το δωμάτιό σου είναι τρομακτικό, λες ότι κοιμάστε καλύτερα με τη μαμά.
Κλαίω απο μέσα μου για την απάντηση που θα σου δώσω…
«Όχι, μωρό μου», σου απαντώ.
Υπάρχει μια παύση, αλλά απαντώ. Ξέρω ότι είναι σχολική βραδιά και χρειάζεσαι ύπνο.
Αλλά δεν θέλω να σε αφήσω.
Το κρεβάτι μου που αγαπάς τόσο πολύ, το μαξιλάρι που συχνά κρατάει τα παχιά καστανά μαλλιά σου πάνω από τα κλειστά μάτια σου, κατά καιρούς με τρομάζει.
Πριν από χρόνια έμενα άυπνη ανησυχώντας ότι δεν θα με βρεις ποτέ. Οι ατελείωτες αποβολές και η στειρότητα και οι αποτυχημένες προσπάθειες, μου έδωσαν αϋπνία. Οι ενέσεις που μου έκανε ο μπαμπάς σου πριν κοιμηθούμε θα με στοιχειώνουν για πάντα…
Τις στιγμές που ήμουν έγκυος, κάθε βράδυ παρακαλούσα: Σε παρακαλώ Κύριε, επιτρέψτε μου να κρατήσω αυτό το παιδί. Φοβόμουν, καθώς έμεινα εκεί, ότι οι προσευχές μου δεν ακούστηκαν. Τελικά βέβαια με άκουσε ο Θεός…
Αλλά αυτό το κρεβάτι, αυτό το δωμάτιο είναι ακόμα τρομακτικό στα μάτια μου… Κι ας έχω τώρα εσένα μωρό μου στην αγκαλιά μου…
Και τότε το συνειδητοποίησα. Ο ερχομός σου θα έπρεπε να διώξει όλους τους φόβους μου. Μπήκα με φόρα μέσα στο δωμάτιο σου και σου ζήτησα συγγνώμη… Δεν νομίζω οτι κατάλαβες τι έγινε – σε είχε ήδη πάρει ο ύπνος… Σε πήρα αγκαλιά και σε πήγα στο δωμάτιο μας. Σε έβαλα να ξαπλώσεις ανάμεσα σε εμένα και στον πατέρα σου. Τότε αναθάρρησες.
“Μαμά; Τι έγινε;”
“Συγγνώμη μωρό μου, άλλαξα γνώμη. Έχεις δίκιο – κοιμόμαστε καλύτερα μαζί!”
“Σ’ αγαπώ μαμά… Μην μ’αφήσεις ποτέ…”
Όχι μωρό μου… Ποτέ!