Δύσκολο πράγμα η σωστή τιμωρία…

σωστή τιμωρία

Από την Αλεξάνδρα Καππάτου Ψυχολόγο – Παιδοψυχολόγο – Συγγραφέα

Το πρώτο ερώτημα που προκύπτει τώρα είναι πως αναγνωρίζει κανείς αν η σχέση ανάμεσα σε μένα και τα παιδιά μου είναι καλή ή λιγότερο καλή. Αυτό δεν είναι διόλου απλό.

Γιατί έτσι κι αλλιώς εμείς οι γονείς έχουμε την τάση να παρουσιάζουμε μάλλον ρόδινη τη σχέση μας. Και δεν έχουμε πάντα δίκιο σ’ αυτό.

Το ότι τα παιδιά μας αγαπούν, χαϊδολογιούνται και είναι τρυφερά μαζί μας, ότι κλαίνε φοβισμένα όταν φεύγουμε – όλα αυτά δεν αποτελούν και απόδειξη ότι η σχέση μας είναι πραγματικά καλή.

  • Η ζήλια για τα άλλα αδέλφια μπορεί να βασανίζει τα παιδιά- ακριβώς επειδή μας αγαπούν τόσο πολύ.
  • Η επιθυμία για περισσότερη τρυφερότητα και αγάπη τα αναγκάζει πολλές φορές να μας προκαλούν αδιάκοπα- ακριβώς επειδή τους αρέσει τόσο πολύ να είναι κοντά μας.
  • Λαθεμένη ενδοτικότητα μπορεί να ξυπνήσει μέσα τους την επιθυμία για μια πιο συνεπή και επομένως πιο προβλέψιμη συμπεριφορά από τη μεριά μας. Αυτό το επιθυμούν ακριβώς επειδή αγαπούν τους γονείς τους.
  • Εποχές άγχους και παραφορτώματος- περισσότερα μικρά παιδιά, επάγγελμα και νοικοκυριό, το χτίσιμο ενός σπιτιού, μια μετακόμιση, επιστροφή στο επάγγελμα- όλα αυτά μπορούν να μεταβάλλουν τρυφερούς γονείς  σε μόνιμους γκρινιάρηδες που δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να μαλώνουν και να απαγορεύουν, αλλά είναι πια ανίκανοι να επαινέσουν. Τα παιδιά αμύνονται με ανυπακοή, ακριβώς επειδή θέλουν να γίνουν πάλι όλα όμορφα και αρμονικά όπως ήταν παλιά.

Για να διαπιστώσει κανείς πως είναι η σχέση του με τα παιδιά, αρκεί συχνά να μεταβάλλει απλώς την πρώτη θέση της τιμωρίας που θα είναι τότε η ακόλουθη:

Όταν οι τιμωρίες δεν φέρνουν πια το επιθυμητό αποτέλεσμα, υπάρχει η βάσιμη υποψία ότι κάτι δεν πάει καλά στις σχέσεις μας. (Ή ότι απλά η τιμωρία ήταν ανόητη!)     

Με άλλα λόγια αυτό σημαίνει: Όταν οι τιμωρίες γίνονται μια εντελώς φυσιολογική καθημερινότητα, είναι καιρός να κάνετε μια παύση για να σκεφτείτε και να αναζητήσετε τις αιτίες.

Τα παιδιά θα έπρεπε να υπακούν τους γονείς τους επειδή τους αγαπούν, επειδή νιώθουν καλά κοντά τους. Και όχι από φόβο της τιμωρίας. Τα παιδιά θα έπρεπε να υπακούν τους γονείς τους γιατί νιώθουν πως με τη διαρκή ανυπακοή διακινδυνεύουν την καλή σχέση μαζί τους.